Γεννήθηκε στις 11 Ιανουαρίου του 1911 και σε ηλικία 22 ετών βρήκε δουλειά ως γραμματέας στην κυβερνητική υπηρεσία της κρατικής τηλεόρασης.
Με τον Χίτλερ στην Καγκελαρία όφειλε αυτομάτως να γίνει μέλος του ναζιστικού κόμματος. Αυτό ήταν κάτι που δεν μπορούσε να το ανακοινώσει ούτε στον Εβραίο δικηγόρο, πρώην εργοδότη της, ούτε στην επίσης Εβραία κολλητή της.
Με τον καιρό άρχισε να χάνει τα ίχνη των Εβραίων γνωστών της, νομίζοντας ότι απλά έχουν μεταφερθεί στα σύνορα Γερμανίας - Τσεχοσλοβακίας με απόφαση της κυβέρνησης για τη διατήρηση και προστασία της κοινωνικής ειρήνης. Στην πραγματικότητα έσβηναν στα κρεματόρια του Άουσβιτς...
«Δεν ξέραμε τίποτα. Κανείς δεν μας πιστεύει όμως. Όλοι νομίζουν πως τα ξέραμε όλα», είχε πει η Μπρουνχίλντε Πόμσελ πριν από τρία χρόνια όταν την εντόπισαν τέσσερις Γερμανοί σκηνοθέτες (Schrotthofer, Krones, Muller, Weigensamer) κατά τη διάρκεια έρευνας για ένα ντοκιμαντέρ που ετοίμαζαν για το ναζισμό.
Η Πόμσελ πέθανε την Παρασκευή, 27 Ιανουαρίου, σε ηλικία 106 ετών και μέχρι την τελευταία μέρα της ζωής της θεωρούσε εαυτήν «αθώα».
Ήταν ένα από τα τελευταία εν ζωή κεντρικά στελέχη του Υπουργείο Προπαγάνδας του Γκέμπελς και δεν σταμάτησε να ισχυρίζεται πως δεν είχε ποτέ πραγματική πληροφόρηση και ότι απλά μάθαινε πρώτη απ’ όλους την προπαγάνδα και την... πληκτρολογούσε: «Αυτή ήταν η μοίρα μου. Να δουλέψω για το ναζιστικό κόμμα. Ποιος μπορεί να τα βάλει με τη μοίρα του; Σίγουρα όχι εγώ που ήμουν τόσο δειλή και δεν τόλμησα να πω τα νέα ούτε στους φίλους μου. Ζούσα και εγώ μέσα σε ένα άτυπο στρατόπεδο συγκέντρωσης».
Η Πόμσελ το 1942 πήρε προαγωγή και από το χέρι της περνούσε κάθε μήνυμα που έπρεπε να περάσει ο Γκέμπελς μέσω εφημερίδων, ραδιοφώνου, τηλεόρασης, περιοδικών, βιβλίων και προεκλογικών ομιλιών. Εργαζόταν σε ένα πολυτελέστατο γραφείο στο κέντρο του Βερολίνου και κανόνιζε τα ραντεβού του Υπουργού Προπαγάνδας, ακόμη κι αυτά με τον Χίτλερ. Σήκωνε τα τηλέφωνα για λογαριασμό του Γκέμπελς, ήταν το δεξί του χέρι... «Θυμάμαι πόσο λαμπερός φαινόταν μέσα από τα καλοραμμένα κοστούμια του. Τα χέρια του ήταν πεντακάθαρα λες και έκανε καθημερινά μανικιούρ! Ωστόσο, τον λυπόμουν λίγο έτσι που τον έβλεπα να κουτσαίνει», είπε μεταξύ άλλων στο ντοκιμαντέρ, όπου αναφέρθηκε και στη φιλία της με τη σύζυγό του Μάρθα, η οποία συχνά επισκεπτόταν το γραφείο μαζί με τα έξι παιδιά της!
Όταν πλέον το 1945 ο πόλεμος ήταν χαμένος για τους Γερμανούς, η Πόμσελ «έζησε» μαζί με τον Χίτλερ και τον Γκέμπελς τις αυτοκτονίες τους στο υπόγειο κρησφύγετο:
«Τόσα χρόνια μετά δεν τον έχω συγχωρέσει και ούτε πρόκειται να τον συγχωρέσω για όλα αυτά που έκανε στον κόσμο και για το ότι δηλητηρίασε τα έξι του παιδιά! Αλλά επιμένω πως το μόνο που έκανα ήταν να πληκτρολογώ. Δεν είμαι σε καμία περίπτωση ένοχος, εκτός αν θεωρούνται ένοχοι όλοι οι Γερμανοί που γνώριζαν τι συνέβαινε και δεν μιλούσαν».
Η Πόμσελ παραδόθηκε μετά τον πόλεμο στους Ρώσους και έμεινε φυλακισμένη για πέντε χρόνια. Στη συνέχεια εργάστηκε στη ραδιοφωνία και τηλεόραση της Δυτικής Γερμανίας μέχρι που συνταξιοδοτήθηκε. Δεν παντρεύτηκε ποτέ, ούτε έκανε παιδιά.