Αναβρασμός επικρατεί αυτές τις μέρες στους κόλπους της βρετανικής κυβέρνησης μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας για το Brexit μεταξύ της Τερέζα Μέι και της ΕΕ.
Το αν τελικά οι υπέρμαχοι του σκληρού Brexit συγκέντρωσαν τις απαραίτητες 48 ψήφους για την κατάθεση πρότασης μομφής εις βάρος της βρετανίδας πρωθυπουργού δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί επίσημα, αλλά ακούγεται έντονα. Πρόκειται για το μεγάλο «μυστικό» του Σαββατοκύριακου. Ίσως όμως, εκτιμούν πολλοί, η «βόμβα» να σκάσει τη Δευτέρα. Ίσως από την άλλη να γλυτώσουν την τελευταία στιγμή την Τερέζα Μέι κάποιοι βουλευτές του κόμματός της, όπως ο υπ. Περιβάλλοντος Μάικλ Γκλόουβ, που μέχρι πρότινος τηρούσε σκληρή στάση αλλά δήλωσε ανοιχτά την προσήλωσή του στην κυβέρνηση Μέι.
Η Μέι χρειάζεται φίλους για να κυβερνήσει
Στο μεταξύ η Τερέζα Μέι εν μέσω των εξελίξεων βρήκε χρόνο για έναν μίνι ανασχηματισμό. Έφερε πίσω στο υπουργικό συμβούλιο τον έμπιστό της, Άμπερ Ρουντ, ο οποίος είχε αναγκαστεί το καλοκαίρι να αποχωρήσει από την κυβέρνηση λόγω σκανδάλου στο πεδίο του μεταναστευτικού. Πλέον η βρετανίδα πρωθυπουργός επιδιώκει να έχει δίπλα της στην κυβέρμηση έμπιστους φίλους παρά πολέμιους. Έτσι ο Ρουντ πήρε τη θέση της παραιτηθείσας υπ. Εργασίας Εστέρ Μακβέιγκ.
Επίσης με τα νέα δεδομένα η Μέι χρειάζεται και έναν νέο υπουργό που θα χειριστεί το Brexit. Eπειδή ο Μάικλ Γκλόουβ, που ήταν στο παρελθόν ένας εκ πρωτεργατών της καμπάνιας του Leave, δεν θέλει να είναι αυτός που θα εκπροσωπήσει τη χώρα του στις επαφές μετά τη συμφωνία για το Brexit, η Τερέζα Μέι αποφάσισε να διορίσει υπ. Εξωτερικών έναν άλλον πολιτικό, όχι πρώτης γραμμής, χωρίς πολλές φιλοδοξίες, από τον οποίο αναμένει αφοσίωση: τον Στέφεν Μπάρκλεϊ. Θα είναι αρμόδιος όμως μόνο για πολύ συγκεκριμένα θέματα που αφορούν πτυχές του Brexit. Κατά τα άλλα, τις συνομιλίες με τις Βρυξέλλες θα αναλάβει στο εξής η ίδια η Τερέζα Μέι. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι σήμερα έχει χάσει ήδη δύο υπουργούς που είχαν αναλάβει το ειδικό χαρτοφυλάκιο του Brexit.
Σε ετοιμότητα και πάλι οι Brexiters
Tην ίδια ώρα στο στρατόπεδο των υπέρμαχων του σκληρού Brexit με επικεφαλής τους τον υπερσυντηρητικό βουλευτή των Τόρηδων Τζέικομπ Ρις-Μογκ επικρατεί έντονη κινητικότητα. Ο ίδιος είναι αυτός που έχει αναλάβει τη συγκέντρωση των απαιτούμενων 48 ψήφων που είναι απαραίτητοι για την υποβολή πρότασης μομφής κατά της πρωθυπουργού. Από την πλευρά του, ένας μέχρι πρότινος άγνωστος βουλευτής του κόμματος της Μέι, ο Μαρκ Φρανσουά, έχει βγει στο προσκήνιο λόγω της συμμετοχής του στο ERG (Εuropean Research Group), μια δεξαμενή σκέψης που συσπειρώνει γύρω της υπέρμαχους του σκληρού Brexit και των δηλώσεών του κατά της συμφωνίας με την ΕΕ.
Την Παρασκευή ο Μαρκ Φρανσουά δήλωσε χαρακτηριστικά ενώπιον δημοσιογράφων έξω από τη βρετανική βουλή: «Οι Brexiters πρέπει να αποφασίσουν πού βρίσκονται. Η ιστορία θα μας κρίνει, αν δεν σταματήσουμε τη συμφωνία της πρωθυπουργού για το Brexit». Ο ίδιος είναι ένας από τους πρώτους βουλευτές που δήλωσαν ανοιχτά ότι θα καταψηφίσουν την πρωθυπουργό Μέι. Όπως λέει χαρακτηριστικά «κανείς δεν μας έχει ακούσει. Θεωρεί ότι η Μέι πρόδωσε την εμπιστοσύνη τους.
Όλα για το κόμμα;
«Όλα μοιάζουν με τροχαίο δυστύχημα σε αργή κίνηση» δηλώνει από την πλευρά του η Φράνσις Ο Γκρέιντι, επικεφαλής της Συνομοσπονδίας Συνδικάτων TUK σε συνέντευξή της στο BBC. Η ίδια είναι κατά της συμφωνίας για το Brexit γιατί θίγει, όπως λέει, τα δικαιώματα των εργαζομένων, παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις της Τ. Μέι. Θεωρεί πλέον επιτακτική την ανάγκη για την διεξαγωγή δεύτερου δημοψηφίσματος και πιστεύει ότι για την βρετανίδα πρωθυπουργό πρώτα έρχεται το κόμμα της και στη συνέχεια το συμφέρον της χώρας. Η Ο Γκρέιντι δεν είναι η μόνη που υποστηρίζει κάτι τέτοιο, παρά το ότι, αν ακούσει κανείς τις ομιλίες της πρωθυπουργού, παρατηρεί ότι σε κάθε σχεδόν πρόταση για τη συμφωνία αναφέρει πάντα στο τέλος το συμφέρον της χώρας.
Και ο παλαιός βουλευτής των Τόρηδων Μάικλ Χεζελτάιν αναφέρει ότι εδώ και δεκαετίες οι Συντηρητικοί «πάσχουν από την ευρωπαϊκή ασθένεια», κάτι που τους οδήγησε αναπόφευκτα στο Brexit. Για τους περισσότερους κατοίκους του συννεφιασμένου Λονδίνου πάντως, το μεγαλύτερο δεινό από την όλη ιστορία του Brexit είναι η αβεβαιότητα.