Σειρά αντιδράσεων έχει πυροδοτήσει το πρόσφατο δημοσίευμα της Handelsblatt για την ελάφρυνση του χρέους, καθώς και σειρά εκτιμήσεων και αναλύσεων για τα σενάρια μετάβασης στη μεταμνημονιακή εποχή και το τι θα φέρει η επόμενη μέρα στην Ελλάδα και την Ευρώπη.
Το Βερολίνο προτιμά να κρατήσει καταρχήν κλειστά τα χαρτιά του στο ζήτημα της διευθέτησης του ελληνικού χρέους που επανέφερε η γερμανική οικονομική εφημερίδα Handelsblatt. Οτιδήποτε άλλο βέβαια δεν θα ήταν και πολιτικά έξυπνο στην παρούσα φάση.
Ο νέος υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς ανέλαβε μόλις προ ολίγων εβδομάδων τα καθήκοντά του. Οι περισσότερες εκτιμήσεις συγκλίνουν μεν στο ότι θα ακολουθήσει μια διαφορετική πολιτική σε σύγκριση με τον προκάτοχό του Σόιμπλε και πως -αντί να χτίζει τείχη, όπως σημειώνουν αναλυτές -θα είναι αρκετά πιο συμβιβαστικός.
Εντούτοις αποτελεί κοινή παραδοχή ότι εάν το πρώτο δείγμα γραφής του νέου υπουργού ήταν η πλήρης υπαναχώρηση έναντι των ελληνικών αξιώσεων, τότε αυτό θα προκαλούσε σίγουρα αντιδράσεις στο εσωτερικό της Γερμανίας και θα έδινε «γερό πάτημα» στην αντιπολίτευση, πόσο μάλλον στο εθνολαϊκιστικό AfD.
Πρώτες προειδοποιητικές βολές από βουλευτές
Ήδη χθες ορισμένοι βουλευτές ακόμη και της συμπολιτευόμενης Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης προειδοποίησαν τον Σολτς να μην είναι ιδιαίτερα υποχωρητικός έναντι της Ελλάδας. Συγκεκριμένα το Οικονομικό Συμβούλιο της CDU ζήτησε να μην αποδεσμευτεί η Ελλάδα πρόωρα από τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει. «Μετά από δέκα χρόνια πολιτικής διάσωσης δεν υπάρχει ουδεμία αφορμή για μια τέτοια κίνηση», σχολίασε ο γγ. του συμβουλίου Στάιγκερ, προσθέτοντας ότι «επ΄ ουδενί ο Τσίπρας κατάφερε να λύσει τα βαθιά διαρθρωτικά προβλήματα της χώρας του».
Έτσι το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών απέφυγε να πάρει ξεκάθαρη θέση στις προτάσεις Γαλλίας και ESM για το ελληνικό χρέος. Απαντώντας σε σχετική ερώτηση χθες, Τετάρτη, ο εκπρόσωπος του υπουργείου παρέπεμψε στο επόμενο Eurogroup που θα συζητήσει το θέμα, στο αναπτυξιακό σχέδιο που καλείται να παρουσιάσει η ελληνική πλευρά αλλά και στην ολοκλήρωση της τέταρτης αξιολόγησης που είναι βασική προϋπόθεση για τα όποια επόμενα μέτρα.
Αξιοσημείωτο είναι πάντως ότι ο εκπρόσωπος διευκρίνισε ότι και μετά το τέλος του προγράμματος θα υπάρχει ένας «έλεγχος» από πλευράς των θεσμών.