Στρατιωτικοί ειδικοί -ακόμη και Αμερικανοί- παραδέχονται πως η Ρωσία μάλλον διαθέτει την πιο ολοκληρωμένη και ισχυρή κλάση πυρηνοκίνητων υποβρυχίων σήμερα. Φυσικά ο λόγος για τα υποβρύχια Borei, τα οποία έχουν ποικίλα πλεονεκτήματα αλλά σχεδόν κανένα σημαντικό μειονέκτημα, γεγονός που τα καθιστά τις ιδανικές υποβρύχιες πλατφόρμες.
Το υπερσύγχρονο σύστημα σόναρ τους είναι ίσως το σημαντικότερο ατού τους, πάμε να δούμε γιατί.
Βλέπουν Αυτά που Δεν Βλέπει Κανένα Άλλο Υποβρύχιο
Η ρωσική κλάση πυρηνοκίνητων υποβρυχίων Borei του προγράμματος Project 955 μπορεί να είναι εξοπλισμένη με καταστροφικούς βαλλιστικούς πυραύλους, ωστόσο το σύστημα που καθιστά τα σκάφη πραγματικά ξεχωριστά αποκαλείται Irtysh-Amphora-B-055. Πρόκειται για ένα σύστημα σόναρ που χαρακτηρίζεται κορυφαίο στο είδος του παγκοσμίως.
Στην πραγματικότητα το B-055 αποδίδει καλύτερα από κάθε σόναρ που συναντάμε στα υποβρύχια τέταρτης γενιάς του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού, συμπεριλαμβανομένων των ισχυρότατων κλάσεων Ohio και Virginia που αποτελούν την ραχοκοκαλιά του υποβρύχιου στόλου του Πενταγώνου.
Δεδομένου αυτού, η κλάση Borei προσδίδει στο Κρεμλίνο ένα καίριας σημασίας στρατηγικό πλεονέκτημα έναντι όλων των δυτικών πολεμικών πλοίων. Ακόμη και Αμερικανοί στρατιωτικοί ειδικοί τονίζουν πως η απειλή που θέτουν αυτά τα φονικά σκάφη της Μόσχας δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υποτιμηθεί από την δυτική πλευρά.
Πράγματι, ο βασικός οπλισμός της κλάσης Borei ονομάζεται Bulava. Οι πύραυλοι Bulava εξοπλίζουν αυτήν την στιγμή και τα 7 υποβρύχια Borei που βρίσκονται σε λειτουργία στο ρωσικό πολεμικό ναυτικό. Το τελευταίο από αυτά τέθηκε σε υπηρεσία το 2020, ενώ συνολικά η Μόσχα επιθυμεί να ναυπηγήσει 14 μονάδες.
Όσο για τον ίδιο τον πύραυλο RSM-56 Bulava δεν έχουμε να πούμε πολλά. Αποτελεί ένα κρίσιμο τμήμα της ρωσικής πυρηνικής τριάδας από το έτος 2019, όταν και αναπτύχθηκε πρώτη φορά σε υποβρύχιο τύπου Borei. Φυσικά μπορεί να εξοπλιστεί με πανίσχυρες πυρηνικές κεφαλές (οχήματα επανεισόδου MIRV) μέγιστου βάρους 1.150 κιλών και να πλήξει εχθρικούς στόχους σε μέγιστη απόσταση 15.000 χιλιομέτρων (σύμφωνα με κάποιες πηγές).