Ο αναπληρωτής υπουργός τονίζει πως η Ελλάδα βλέπει στο Ηνωμένο Βασίλειο μια χώρα με την οποία μοιράζεται κοινές αξίες και πίστη στο Διεθνές Δίκαιο και επιδιώκει «τον καλύτερο συντονισμό απέναντι στις κοινές προκλήσεις ασφάλειας, τρομοκρατίας, ελέγχου των μεταναστευτικών ροών, αλλά και διαφύλαξης της περιφερειακής σταθερότητας».
Χαρακτηρίζει την Ελλάδα παραδοσιακή σύμμαχο και σημαντική εταίρο του και αναφέρει πως θέλει να έχει «ανοιχτούς διαύλους» και συνεργασία σε θέματα εμπορικά, οικονομικά, επενδυτικά, αλλά και σε τομείς τουρισμού, ναυτιλίας, έρευνας και καινοτομίας. «Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, καθώς πολλές εταιρείες εγκαταλείπουν τη Βρετανία και διοχετεύουν τα κεφάλαιά τους στην ΕΕ».
«Γι’ αυτό, κατ’ αρχάς, προετοιμαστήκαμε πολυεπίπεδα για το Brexit», σημειώνει. «Ως επικεφαλής της αρμόδιας Διϋπουργικής Επιτροπής, έχω προσωπική αντίληψη για το πόσες πρόνοιες λήφθηκαν, προκειμένου να ρυθμιστεί έγκαιρα και επιμελώς καθετί σε επίπεδο νομοθετικό, διοικητικό, πληροφόρησης».
Όπως αναφέρει, στο υπουργείο Εξωτερικών έχουν δημιουργηθεί ήδη οι «προϋποθέσεις, για να προσελκύσουμε στη χώρα μας «ψηφιακούς νομάδες» (digital nomads) ή επιχειρηματίες των χρηματαγορών με ένα δελεαστικό πακέτο διευκολύνσεων (ψηφιακή βίζα, φορολογία, υποδομές), που θα τονώσει τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της χώρας».
Ο αναπληρωτής υπουργός χαρακτηρίζει την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ ένα γεγονός ιστορικών διαστάσεων, με υπολογίσιμες απώλειες και για τις δύο πλευρές. Προσθέτει πως, παρά το πλήγμα, η Ευρώπη προχώρησε μπροστά ακόμη πιο δυνατή.
«Η επομένη του Brexit βρήκε τους 27 σαφώς πιο ενωμένους, να κρατούν αρραγές μέτωπο απέναντι στο Ηνωμένο Βασίλειο σε όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Αλλά και πολύ πιο αποφασισμένους να εμβαθύνουν την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση λόγω της πανδημίας».
Αναφέρει χαρακτηριστικά πως η ΕΕ το 2020 συντονίστηκε πρωτοφανώς στην προμήθεια υγειονομικού υλικού και στις πολιτικές διαχείρισης της πανδημίας, χρηματοδότησε κεντρικά την επιστημονική έρευνα και ανέλαβε να υλοποιήσει ένα τιτάνιο σχέδιο ταυτόχρονου πανευρωπαϊκού εμβολιασμού. Ακόμη, θωράκισε τις εθνικές οικονομίες με το Ταμείο Ανάκαμψης και την ίδια στιγμή που η Βρετανία αποχωρούσε ομαλά χάρη στην επίτευξη της ιστορικής Εμπορικής Συμφωνίας, η Ένωση άνοιγε την πόρτα της στα Δυτικά Βαλκάνια.
«Πλέον, νέες προκλήσεις προβάλλουν: η κλιματική αλλαγή, η ολοκλήρωση των εμβολιασμών, η επανεκκίνηση των οικονομιών με εργαλεία όπως το πιστοποιητικό εμβολιασμού, που ο Έλληνας πρωθυπουργός πρότεινε πρώτος», σημειώνει και τονίζει πως για να τις αντιμετωπίσει η ΕΕ δε θα πάψει να συνεργάζεται με το Ηνωμένο Βασίλειο.
«Επ’ ουδενί δεν πρέπει να μπούμε σε μία φάση ανταγωνισμού- εμβολιαστικού, υγειονομικού ή οικονομικού. Γιατί η Ευρώπη είναι προπάντων δύναμη συνεργασίας. Δεν αντιμάχεται, πολύ περισσότερο έναν πρώην εταίρο και σημαντικό γείτονα».
«Το Brexit είναι πλέον μια πραγματικότητα. Η Ελλάδα είτε θα παρακολουθήσει παθητικά τη σχέση Ηνωμένου Βασιλείου-Ευρωπαϊκής Ένωσης είτε θα τη συνδιαμορφώσει», τονίζει και προσθέτει: «Μετά από 40 ολόκληρα χρόνια στην ευρωπαϊκή οικογένεια, είμαι βέβαιος ότι έχει τη θεσμική ωριμότητα και εμπειρία να κάνει το δεύτερο. Να αναλάβει ενεργητικό ρόλο σε ευρωπαϊκό και διμερές επίπεδο και να εκπέμψει μήνυμα σταθερότητας, συνεργασίας και δημιουργίας».
Πολυσχιδής και ακόμη πιο ανεπτυγμένη η post-brexit σχέση Ελλάδας- Μεγάλης Βρετανίας
«Πρωτοφανούς σημασίας» χαρακτήρισε τη συμφωνία εμπορίου και συνεργασίας μεταξύ ΕΕ και Ηνωμένου Βασιλείου ο κ. Βαρβιτσιώτης, σε ψηφιακή εκδήλωση του υπουργείου Εξωτερικών που πραγματοποιήθηκε χθες και σημείωσε πως αποτελεί «μια sui generis συμφωνία με έναν πρώην εταίρο με τον οποίον έχουμε οικοδομήσει αρκετές δεκαετίες κοινής ζωής και αποφασίζουμε να πάρουμε διαζύγιο».
Ταυτόχρονα, κ. Βαρβιτσιώτης τόνισε ότι «προσπαθήσαμε να βρούμε πώς θα διευκολύνουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα ζωτικά συμφέροντα και των δύο πλευρών».
Ειδικά για την Ελλάδα, ανέφερε πως «θέλουμε η post-brexit σχέση μας με την Μεγάλη Βρετανία να είναι μια σχέση πολυσχιδής, ακόμα πιο ανεπτυγμένη από την εποχή που ήμασταν ομοτράπεζοι στις Βρυξέλλες».
Από την πλευρά του ο γενικός γραμματέας Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Εξωστρέφειας και πρόεδρος της Enterprise Greece Ι. Σμυρλής, αναφερόμενος στις διμερείς οικονομικές σχέσεις Ελλάδας-Ηνωμένου Βασιλείου, υπογράμμισε τη βούληση της κυβέρνησης για την περαιτέρω εμβάθυνση τους, ειδικά στον κλάδο των αγρο-διατροφικών προϊόντων, που συνιστά έναν από τους σημαντικότερους τομείς των εμπορικών συναλλαγών της χώρας.
Η βελτίωση των σχέσεων των δύο κρατών, και σε άλλους τομείς όπως η ναυτιλία, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ο ιατροφαρμακευτικός τομέας, η βιοτεχνολογία και γενικότερα ο τομέας της έρευνας και των καινοτόμων τεχνολογιών, αποτελεί, σύμφωνα με τον κ. Σμυρλή, επίσης, επιθυμία της κυβέρνησης.