Η προσευχή τού αγίου Μαρτίνου
Μία από τις σημαντικώτερες ενδείξεις ότι ο Θεός δεν εγκατέλειψε ακόμη την αναξία μας γενεά μέσα στους πονηρούς αυτούς καιρούς είναι ότι παρά τους συνεχείς κλονισμούς και εκτροχιασμούς δεν απωλέσαμε ακόμη την μυστική μνήμη και βίωσι της προσευχής της Ορθοδόξου Παραδόσεως.
Το ότι δε η επιβίωσις αυτή ωδήγησε τελικώς και σε αναβίωσι αποτελεί ένα ακόμη μεγαλύτερο σημείο του απείρου πλάτους των οικτιρμών του Κυρίου, καθώς και η νεώτερη θεολογία και ζωή παρουσιάζει εμφανείς τάσεις αναβαπτίσεως στην μυστική Παράδοσι, αλλά και ξένοι κύκλοι, Ορθόδοξοι και μη, σπεύδουν διψασμένοι να μαθητεύσουν στην σωστική αυτή διδαχή.
Είναι διάχυτη όμως και σε μας — και ακόμη περισσότερο στους ξένους — η αντίληψις πως η σημερινή Ορθόδοξη πρακτική της προσευχής είναι μία επί μέρους και ειδική παράδοσις του βυζαντινού μοναχισμού (κυρίως από τον 9ο αιώνα και μετά) και όχι η γενική καθολική παράδοσις του Χριστιανισμού- ακόμη δε περισσότερο πως η λεγομένη νηπτική παράδοσις της νοεράς προσευχής αποτελεί απλώς προϊόν του ησυχαστικού κινήματος του 14ου αιώνος, παρόλο που οι ίδιοι οι ησυχασταί δεν έπαυσαν ποτέ να εξηγούν, πως η διδασκαλία τους ανάγεται σε αυτήν όλων των προηγουμένων Πατέρων, βιώθηκε απ’ όλους τους μεγάλους αγίους, παλαιούς και νέους, όσιους και μάρτυρες, και διήκει μέχρι τους Αποστολικούς χρόνους, την διδασκαλία των Ευαγγελίων, αλλά και αυτής της Παλαιάς Διαθήκης. Έτσι και πολλοί φωτισμένοι νεώτεροι διδάσκαλοι προσπάθησαν και προσπαθούν να άρουν τις ηθελημένες αυτές παρεξηγήσεις και να καταδείξουν στον σύγχρονο κόσμο την εκπληκτική αυτή ενότητα και συνέχεια.
Η αδιάσπαστη αυτή ενότητα και συνέχεια του μυστικού βιώματος της Εκκλησίας γίνεται ακόμη πιο εκπληκτική (και απροσδόκητη ίσως), όταν επισημαίνεται και σε έργα αρχαίων «Δυτικών» Πατέρων η βίους αγίων της αρχαίας Ορθοδόξου Δύσεως, γραμμένους μάλιστα ατά λατινικά. Εξέχον τέτοιο παράδειγμα είναι ο βίος του αγίου Μαρτίνου, επισκόπου στην Ορθόδοξη Γαλλία του 4ου αιώνος. Σ’ αυτό το σύντομο σημείωμα, ας μας επιτροπή να ρίξουμε ένα βλέμμα (αδιάκριτο ίσως και ανάρμοστο, αλλά πάντως πλήρες πόθου) στις σχετικές πτυχές του βίου του, όπως μας τις παραδίδουν οι αρχαίες λατινικές μαρτυρίες.
Ο Άγιος
Ο άγιος Μαρτίνος έζησε μέσα στον 4ο αιώνα (316-397) κατά τους χρόνους του Μ. Κωνσταντίνου και των διαδόχων του. Καταγόταν από Ρωμαϊκή — τότε περιοχή της σημερινής Ουγγαρίας, αλλά έδρασε ως επί το πλείστον στην Β. Ιταλία και κυρίως στην Γαλατία, δηλ. την σημερινή Γαλλία.
Υπηρέτησε ως στρατιωτικός περίπου 25 χρόνια, αλλά στη συνέχεια παραιτήθηκε από πόθο για την μοναχική ζωή και υπήρξε ο πρώτος εισηγητής του οργανωμένου μοναχισμού στη Δύσι. Παράλληλα εξελέγη και επίσκοπος της πόλεως Τουρώνης (σημερινής Τουρ της κεντρικής Γαλλίας), όπου αρχιεράτευσε επί περισσότερο από 26 χρόνια. Η δράσις του υπήρξε πολυσχιδής και, έκτος των άλλων, ανεδείχθη και μέγας θαυματουργός, ώστε ανέστησε και νεκρούς. Μετά θάνατον τα θαύματα συνεχίσθηκαν στον τάφο του ακατάπαυστα επί αιώνες, και μάλιστα και μετά την εγκατάστασι των Φράγκων στις περιοχές εκείνες.
Σιγά-σιγά έγινε ο δημοφιλέστερος άγιος της Δύσεως και τιμήθηκε με χιλιάδες ναούς, αλλά σήμερα το ιστορικό του πρόσωπο έχει υποστή ποικίλες αλλοιώσεις, οι οποίες άλλωστε εκφράζουν και τις γνωστές παρεκκλίσεις του «Δυτικού» Χριστιανισμού.
Διαβάζοντας λοιπόν τις αρχαίες μαρτυρίες για τον βίο αυτού ακριβώς του άγιου, τον βλέπουμε να αγιάζεται και να θεούται μέσα από τις ίδιες ακριβώς πρακτικές, που αποτελούν μέχρι και σήμερα την πνευματική παράδοσι της Ορθοδοξίας, ενώ στη Δύσι όχι μόνο έχουν αθετηθή, αλλά και θεωρούνται πλέον δεισιδαιμονίες και προσθήκες των Ανατολικών. Ρίγη συγκινήσεως διαπερνούν τον αναγνώστη των αρχαίων αυτών μαρτυριών, ο όποιος αντιλαμβάνεται αμέσως την ιδιαίτερη βαρύτητα και σημασία τους. Εδώ θα αναφερθούμε μόνο στην προσωπική βίωσι της προσευχής από τον άγιο, μια και η κοινή λατρεία είναι μάλλον θέμα της Λειτουργικής.
Η πρακτική της περιστασιακής προσευχής
Σκηνές προσευχής μπροστά σε δύσκολες περιστάσεις και κυρίως πριν από θαυματουργίες απαντούν πολύ συχνά μέσα στον βίο του αγίου Μαρτίνου. Εντύπωσι όμως προκαλεί το γεγονός ότι σχεδόν πάντοτε προτιμά μία στάσι, που μπορεί τελικά να αποδοθή στα ελληνικά με το ρήμα προσπίπτει.
Πρόκειται για την λατινική λέξι prosternitur (=καταστρώννυται, στρώνεται κάτω). Ακόμη σήμερα στην oρθόδοξη παράδοσι ομιλούμε για στρωτές μετάνοιες! Η στάσις αυτή θεωρείται σκανδαλώδης από τον σύγχρονο κόσμο, ενώ βιώνεται με αδιάσπαστη συνέχεια στην Ορθοδοξία και συναντάται κατά κόρον και στην εικονογραφία, όπως π.χ. στους μαθητές στην Μεταμόρφωσι, στις Μυροφόρους στο «Χαίρετε», στην Μαρία στην Ανάστασι του Λαζάρου και σε μεγάλο πλήθος άλλων παραστάσεων.
Άλλωστε σήμερα ένας σεβαστός αριθμός μεγάλων (στρωτών) μετανοιών αποτελεί το κυρίως μέρος του μοναχικού κανόνος, αλλά και της προσευχής κάθε ευλαβούς Χριστιανού. Κατά τον βιογράφο του άγιου Μαρτίνου αυτό υπήρξε «αγαπημένη συνήθεια» και μόνιμο «προσφιλές όπλο» του άγιου, ενώ οι πνευματικοί του απόγονοι, που τον έχουν επί χίλια πεντακόσια χρόνια για προστάτη τους, περιφρόνησαν την «προσκύνησι» και τις «μετάνοιες» ως ανατολίτικες δουλοπρέπειες και προτίμησαν την «αξιοπρεπή» genuflectio των Φράγκων ιπποτών («κάμψι» του δεξιού γόνατος μέχρι το έδαφος με το σώμα σε όρθια θέσι) ή το άνετο ευθυτενές γονάτισμα πάνω στο ειδικό υπερυψωμένο σανίδι των εδράνων των δυτικών ναών, καθιστώντας έτσι φανερή την αδυναμία της θεολογίας τους να συλλαβή την αξία της σωματικής ταπεινώσεως και του σωματικού κόπου για τον ερχομό της Χάριτος του Θεού.
Στον άγιο Μαρτίνο δεν λείπουν και όλα τα υπόλοιπα συμπαρομαρτούντα της ορθοδόξου παραδόσεως: Η προσευχή γίνεται «εν σάκκω και σποδώ»! Πράγματι, όποτε ήθελε να δώση ιδιαίτερη έμφασι στην δέησί του έστρωνε κάτω ένα δέρμα (κιλίκιον) και στάχτη, η άλλοτε φορούσε το κιλίκιον ως ένδυμα και έραινε με στάχτη το κεφάλι του, πρακτικές που είναι γνωστές ήδη από την Π. Διαθήκη και εκφράζουν βαθεία μετάνοια και εκζήτησι του θείου ελέους.
Ο σύγχρονος κόσμος τα θεωρεί όλα αυτά απελπιστικά και μελαγχολικά, μη εννοώντας πως η συναίσθησις της αμαρτωλότητος και αναξιότητος είναι απαραίτητη προϋπόθεσις, για να φθάση κανείς στην αίσθησι του μεγαλείου της «δωρεάν» ευσπλαχνίας του Θεού και ακολούθως να Τον δοξολογήση εκ καρδίας ως Σωτήρα όλων των ειλικρινώς μετανοούντων. Έτσι το πένθος και τα δάκρυα, στοιχεία πολύ βασικά της ορθοδόξου ζωής, καθίστανται χαροποιά και σωστικά και το «Κύριε ελέησον» δεν είναι ο αντίποδας, αλλά το αχώριστο ταίρι του «Δόξα σοι ο Θεός».
Πολύ συχνά επίσης η προσευχή του αγίου Μαρτίνου συνοδεύεται από αγρυπνίες και νηστείες και την λοιπή «άσκησι». Τουλάχιστον σε μία περίπτωσι μάλιστα, αυτές είναι τριήμερες και μας υπενθυμίζουν τα περίφημα «τριήμερα» της Ορθοδοξίας! Ο άγιος, λέγει ο βιογράφος του, είχε κάνει τις νύκτες ημέρες… Σήμερα και τα δύο αυτά στοιχεία της κατά Θεόν ασκήσεως έχουν τόσο παραγνωριστή και ατονίσει στην Δύσι, ώστε μόλις και μετά βίας να συνάντησης κάποια σεβαστά απομεινάρια τους στα πιο «παραδοσιακά» δυτικά μοναχικά τάγματα, ενώ οι προγραμματισμένες και χρονομετρημένες (μέχρι και πεντάλεπτες!) λειτουργίες της ημέρας είναι ο κανών.
Επίσης η ενέργεια της προσευχής του αγίου ολοκληρώνεται με το σημείο του Σταυρού, το όποιον ονομάζεται «λάβαρον» (vexillum). Να λοιπόν, γιατί και σήμερα στον μοναχικό κανόνα οι «μετάνοιες» συνοδεύονται πάντοτε από σταυρούς.
Αυτού του είδους η προσευχή του αγίου ήταν κάτι περισσότερο από «αποτελεσματική»: Συνταρασσόταν γη και ουρανός, οι δαίμονες έφριτταν, οι ενεργούμενοι συγκλονίζονταν και ωρύονταν, οι άγγελοι κατέβαιναν εις συνομιλίαν του αγίου και ο Κύριος έκλινε το ους Του, επακούοντας την δέησι και επιτελώντας θαυμαστών δυνάμεων και σημείων!
Η πρακτική της αδιάλειπτου νοεράς προσευχής
Όμως για τον άγιο Μαρτίνο η προσευχή δεν ήταν υπόθεσις κάποιων στιγμών και μόνον, αλλά τρόπον τινά υπόθεσις μιας ολοκλήρου ζωής. Ο βιογράφος του μας παρέχει την καταπληκτική για τον τόπο και τον χρόνο μαρτυρία, πως ο άγιος «semper orabat» (=πάντοτε προσευχόταν)!
Παράλληλα συναντούμε κάποιες νύξεις για την μυστική ζωή του, oι όποιες προφανώς προέρχονται από περιστασιακές δικές του εκμυστηρεύσεις στους μαθητές του, σχετικά με το πως εκτελούσε την εντολή του «αδιαλείπτως προσεύχεσθε».
Το κύριο συστατικό αυτής της πνευματικής καταστάσεως είναι η διηνεκιή ανάτασις της ψυχής προς τα ουράνια («animus caelo semper intentus»). Πρέπει να παρατηρήσουμε πως εδώ η σημασία της λέξεως ψυχή (animus, και όχι anima) ταυτίζεται απόλυτα με εκείνη της λέξεως νους των μεταγενεστέρων Πατέρων, πρόκειται δηλ. για νοερά προσευχή.
Βασική προϋπόθεσις της είναι η συνεχής εμμονή στο έργον Θεού (opus Dei) Ο όρος αυτός, αντίθετα με αυτό που ήθελαν να καταλάβουν πολλοί Δυτικοί ή δυτικίζοντες, ουδέποτε σημαίνει εξωστρεφείς καλές πράξεις, παρά αποκλειστικά και μόνον την πνευματική εργασία, δηλ. αυτό που εννοούμε σήμερα στο Άγιον Όρος όταν λέμε ότι κάποιος «κάνει τα πνευματικά του»: ατομική προσευχή, κανόνας, ανάγνωσις κατανυκτικών βιβλίων, μνήμη θανάτου, μνήμη Θεού, δάκρυα κλπ.
Έτσι τηρείται μία θαυμαστή ισορροπία μεταξύ «σχόλης» και «ασχολίας» δια της καταργήσεως και των δύο. Σχολασμός πλέον δεν είναι η νοσηρή ραθυμία και απραγία, αλλά η απόθεσις των βιοτικών απασχολήσεων και ασχολία δεν είναι η κοσμική τύρβη της ανθρώπινης πολυπραγμονίας, αλλά η ενεργός πνευματική εργασία.
Ανθρωπίνως θα έλεγε κανείς, πως ήταν αδύνατον ο άγιος να προσευχόταν νοερώς και κατά την διάρκεια της αναγνώσεως η της ενασχολήσεως με τις υποθέσεις της επισκοπής. Και όμως! Για να το καταλάβουμε αυτό ο βιογράφος του μας δίδει για παράδειγμα μια καθημερινή εικόνα, που έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε πως αποτελεί ερμηνευτική παραβολή από το στόμα του ίδιου του άγιου Μαρτίνου:
Ας προσέξουμε τους σιδηρουργούς, όταν κτυπούν το σφυρί στο αμόνι. Αφού δώσουν μερικά γερά κτυπήματα, έπειτα δεν σταματούν αμέσως, αλλά εξακολουθούν να κτυπούν σιγά-σιγά και χωρίς να καταβάλλουν προσπάθεια, έπειτα πάλι χτυπούν δυνατά, και μετά πάλι σιγά και μηχανικά κ.ο.κ. Έτσι λοιπόν στα διαλείματα ανάμεσα στα κύρια κτυπήματα δεν σταματούν, αλλά συνεχίζουν χαλαρώτερα και δίχως έντασι.
Η συνέχισις αυτή οφείλεται στην «φόρα» που έχουν από προηγουμένως και σε προθέρμανσι για την επόμενη προσπάθεια. Κατά τον ίδιο τρόπο και ο νους, όταν κοπιάση και αγωνισθή στην προσευχή, στην συνέχεια εξακολουθεί την ευχή χωρίς έντασι και κόπο, αλλά χαλαρά, ξεκούραστα και δίχως ιδιαίτερη προσπάθεια, ενόσω ασχολείται κανείς και με διάφορες απαραίτητες εργασίες. Με αυτή την εικόνα λοιπόν ο άγιος εξηγούσε παραβολικά στους μαθητές του το αδιάλειπτον της προσευχής του. Καταλαβαίνουμε ότι η εργασία αυτή απαιτεί κόπο και έντασι κατά την διάρκεια της κυρίως προσευχής και διαρκή καρδιακή προσήλωσι προς τον Θεό σε κάθε στιγμή της ζωής.
Δεν έλειψαν στον άγιο Μαρτίνο και τα θεωτικά αποτελέσματα της ευχής: Μία βασική αρετή, που διατρέχει ολόκληρο το μήκος και το πλάτος της πολιτείας του, υπήρξε η απάθεια, εκφραζόμενη ως παντοτεινή παραμονή στην ίδια κατάστασι και διαρκής αταραξία (υποδηλώνεται με τον όρο constantia). Ακόμη όλοι αναγνώριζαν μία αίσθησι ουράνιας αγαλλιάσεως στο πρόσωπο του! Μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του όχι μόνο κράτησε τον νου του στα ουράνια, αλλά και από την επιθανάτια κλίνη ακόμη δεν ήθελε να γυρίση στο πλευρό, για να έχη προσηλωμένο το βλέμμα του στον ουρανό. Την ώρα του θανάτου του το πρόσωπο του θα λάμψη σαν πρόσωπο αγγέλου!
Με αφορμή ένα άλλο περιστατικό, ο άγιος θα μας δώση ακόμη μία σημαντική διδασκαλία περί προσευχής: Ο βιογράφος του μας διηγείται με κάθε λεπτομέρεια πως ενεπλάκη σε μία πυρκαγιά, την ώρα που κοιμόταν μετά από μία πολύ κοπιαστική ήμερα. Ξύπνησε τρομαγμένος και στην κατάστασι αυτή ο πειρασμός κατάφερε να του υποκλέψη τον νου. Όπως ομολογούσε ο ίδιος, δεν προσέφυγε αμέσως «στα όπλα της προσευχής και το λάβαρο του Σταυρού», αλλά καταγινόταν πανικόβλητος να ανοίξη την πόρτα. Όμως το μάνταλο δεν άνοιγε… Σε λίγο «ελθών εις εαυτόν», προσέπεσε στην γνώριμη του στάσι προσευχής και η φωτιά υποχώρησε θαυματουργικώς.
Να λοιπόν, γιατί οι άγιοι μισούν την τύρβη και την ταραχή του κόσμου και αγαπούν τις ερημίες! Να γιατί χίλια χρόνια αργότερα θα ομιλούν για ησυχία και ησυχασμό και ο κόσμος πάλι δεν θα τους καταλαβαίνη! Όμως εμείς πιστεύουμε ότι και τώρα και εις τον αιώνα θα εύχωνται για τον φωτισμό του ιδικού μας ταλαίπωρου και εσκοτισμένου νοός. Αμήν.
*Πλήρης παρουσίασις των σχετικών με τον άγιο Μαρτίνο μαρτυριών γίνεται στην πρόσφατη έκδοση Ήλιος σε έναν κόσμο που δύει Άγιον Όρος 1989.
Ιωάννης μ. Αγιαννανίτης