Διορθώσεις και προσθήκες ετοιμάζεται να κάνει η κυβέρνηση στο φορολογικό νομοσχέδιο, πριν αυτό πάρει το δρόμο προς την Βουλή. Στις διατάξεις του νομοσχεδίου που δόθηκαν για δημόσια διαβούλευση μετά και τα σχόλια των φορολογούμενων εντοπίζονται πολλές παραλείψεις οι οποίες φέρνουν επιβαρύνσεις σε φορολογούμενους με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση αφορά στο άρθρο που αντικαθιστά το ισχύον πλαίσιο για τη φορολογική κλίμακα, καθώς εκτός από την εισαγωγή του νέου χαμηλού συντελεστή 9% και τη μείωση των άλλων συντελεστών, εξαφανίζεται η ομπρέλα προστασίας για όσους αποκτούν εισοδήματα από περιστασιακή απασχόληση όπως φοιτητές, άνεργοι, νοικοκυρές με αποτέλεσμα να κινδυνεύουν να φορολογηθούν από το πρώτο ευρώ με βάση το τεκμαρτό εισόδημα.
Συγκεκριμένα, στο ισχύον άρθρο 15, στην παράγραφο 1, μετά από τη φορολογική κλίμακα ορίζεται πως όταν το πραγματικό εισόδημα των φορολογουμένων δεν υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ και το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ και εφόσον δεν ασκείται επιχειρηματική δραστηριότητα, τότε εφαρμόζεται η κλίμακα των μισθωτών, συνεπώς οι εν λόγω φορολογούμενοι καλύπτονται από το αφορολόγητο των 8.636 ευρώ. Αυτή η παράγραφος δεν υπάρχει, πλέον, κάτω από τη νέα κλίμακα, με αποτέλεσμα όσοι έχουν περιστασιακά εισοδήματα, να μην καλύπτονται. Το αν πρόκειται για παράλειψη ή αν προτίθεται να λάβει το υπουργείο Οικονομικών άλλου είδους μέριμνα, θα φανεί στο τελικό σχέδιο του σχεδίου νόμου που θα κατατεθεί στη Βουλή.
Πάντως το άρθρο που συνεχίζει να συγκεντρώνει τα περισσότερα αρνητικά σχόλια, περισσότερα από 150, είναι το άρθρο 7, που αφορά στο νέο όριο υποχρεωτικών ηλεκτρονικών συναλλαγών. Για παράδειγμα, παρά την διεύρυνση του αριθμού των φορολογούμενων, που εξαιρούνται από αυτήν την υποχρέωση, για τους ανέργους δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά, συνεπώς εάν δεν υπάρξει διόρθωση- προσθήκη, οι άνεργοι θα κληθούν να καλύψουν το 30% του εισοδήματος τους με ηλεκτρονικές πληρωμές, ενδεχόμενο που φαντάζει απίθανο, εάν λάβει κανείς υπόψιν ότι μεταξύ των εξαιρούμενων είναι οι δικαιούχοι του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης.
Η υποχρεωτική συλλογή δαπανών με ηλεκτρονικό χρήμα για το 30% του εισοδήματος προκαλεί έντοντες αντιδράσεις στους φορολογούμενους που βλέπουν ότι δύσκολα θα καταφέρουν να πετύχουν το στόχο και θα τιμωρηθούν για αυτό πληρώνοντας έξτρα φόρο 22% στις αποδείξεις που θα λείπουν.
Οι πολίτες κάνουν λόγο για ένα μέτρο το οποίο είναι αντισυνταγματικό καθώς υποχρεώνει τους φορολογούμενους να καταναλώνουν περισσότερο από τις ανάγκες τους προκειμένου να γλιτώσουν από την πληρωμή πρόσθετου φόρου χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή κατάσταση τους. Το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στους διαζευγμένους οι οποίοι διαθέτουν ένα σημαντικό τμήμα του εισοδήματός τους για διατροφή.
Τα μηνύματα που στέλνουν οι φορολογούμενοι στην κυβέρνηση μέσω των σχολίων στη δημόσια διαβούλευση αποκαλύπτουν και άλλες γκρίζες ζώνες του νέου μέτρου. Όπως αναφέρουν οι φορολογούμενοι:
– «30% σε ηλεκτρονικές συναλλαγές είναι υπερβολή. Ο φόρος αυτός θα είναι μεγαλύτερος από της φοροελαφρύνσεις που προβλέπονται. Έχουμε να κάνουμε με έναν νέο φόρο συγκαλυμμένο από την ταμπέλα των ηλεκτρονικών συναλλαγών. Αν δεν το βελτιώσετε, θα έχει μεγάλο κόστος και την κυβέρνηση και για την χώρα» .
– «Αν το εισόδημα του πρώην συζύγου είναι 30.000 ευρώ, και δίνει διατροφή 8.000 οι αποδείξεις θα πρέπει να λογίζονται στο 30% των 22.000, γιατί στη πραγματικότητα το υπόλοιπο εισόδημα δεν είναι διαθέσιμο».
– «Όταν το άτομο είναι μόνο του χωρίς παιδιά και μένει σε δικό του σπίτι έχοντας εισόδημα 25-30.000 ευρώ ή και παραπάνω το αναγκάζετε να ξοδεύει για να μην πληρώσει φόρο. Εγώ χαλάω 400-500 ευρώ (μετρημένα) το μήνα και τα άλλα αποταμίευση. Με αναγκάζετε να ξοδεύω 625-875 ευρώ τον μήνα σε τι; Να αγοράζω άχρηστα πράγματα. Άρα θα αναγκαστώ να πληρώσω φόρο 52% αυτό είναι ληστεία. Άρα ο φόρος αυξάνετε…»
– «Το άρθρο αυτό περιέχει ρυθμίσεις άκρως αντισυνταγματικές. Ειδικότερα αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία να υποχρεώνεται κάποιος να καταναλώσει το 30% του εισοδήματος του σε καταναλωτικές δαπάνες. Δεν μπορεί να γίνει επιτρεπτό από την έννομη τάξη μας να τιμωρείται με φορολόγηση 22%, όποιος δεν αναλώνει σε καταναλωτικές δαπάνες το 30% του εισοδήματος. Αποτελεί μη επιτρεπτή επέμβαση στον πυρήνα του συνταγματικού δικαιώματος της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας και συμμετοχής στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας (άρθρο 5 παρ. 1 Συντ.). Το κράτος δεν έχει το δικαίωμα να επεμβαίνει στον τρόπο που θα διαχειριστεί και θα αναλώσει τα εισοδήματα του ο φορολογούμενος πολίτης. Ούτε έχει το δικαίωμα να τον τιμωρεί με φόρο αν δεν ξοδέψει μέρος του εισοδήματος του σε καταναλωτικές δαπάνες! Σε περίπτωση προσφυγής στο ΣτΕ είναι βέβαιο ότι θα κηρυχθεί αντισυνταγματική μία τέτοια ρύθμιση. Η αντισυνταγματικότητα της ρύθμισης έγκειται στην ανεπίτρεπτη επέμβαση του κράτους στον τρόπο ανάλωσης του εισοδήματος και στην ανεπίτρεπτη επιπλέον φορολόγηση του εισοδήματος σε περίπτωση που το τελευταίο δεν αναλώνεται με συγκεκριμένο τρόπο».
– «Είναι παράλογο να προσμετρώνται τα εισοδήματα από ενοίκια στο 30% και να μη συμβαίνει το ίδιο με τις δαπάνες για ενοίκια. Ουσιαστικά το συγκεκριμένο άρθρο ανάβει το πράσινο φως της φοροδιαφυγής για τους ιδιοκτήτες ακινήτων, καθώς αφενός αποτελεί ανασταλτικός παράγοντας για τη δήλωση του πραγματικού εισοδήματός τους, αφετέρου οι ενοικιαστές δεν έχουν κάποιο κίνητρο για να δηλώνουν τις δαπάνες τους» .
– «Θα πρέπει να εξαιρέσετε και τους ανέργους από την υποχρέωση συλλογής αποδείξεων, όπως γινόταν πάντα ως τώρα. Δεν είναι δυνατόν να κάνει ηλεκτρονικές συναλλαγές ένας άνθρωπος που είναι άνεργος και δεν έχει εισόδημα».
– «Αν ένας σύζυγος δηλώνει εισόδημα 100.000 ευρώ και ο άλλος μηδέν , απαιτούνται δαπάνες με ηλεκτρονικά μέσα 20.000 ευρώ. Αν κάθε σύζυγος δηλώνει από 50.000 ευρώ, απαιτούνται δαπάνες 15.000 + 15.000 = 30.000 ευρώ!. Είναι άδικο».