Η Ελληνοαμερικανίδα δημοσιογράφος Ανδριάνα-Κωνσταντίνα Ταντάρος, όπως είναι το όνομά της, κέρδισε σε πολύ νεαρή ηλικία τον τίτλο της «πριγκίπισσας» του τηλεοπτικού δικτύου FOX. Η εντυπωσιακή εμφάνιση και τα νιάτα της συνέβαλαν στην ανάδειξή της στο φρέσκο πρόσωπο του δημοφιλούς καναλιού.
Με τις καυστικές ατάκες και τις συχνά ακραίες απόψεις της η Ταντάρος κέρδισε αμέσως τη συμπάθεια του συντηρητικού κοινού των ΗΠΑ, της λεγόμενης «βαθιάς Αμερικής». Φτάνοντας το κασέ της στο ένα εκατ. δολάρια τον χρόνο και κερδίζοντας όλο και περισσότερο τηλεοπτικό χρόνο, η Αντρεα, όπως τη φωνάζουν φίλοι και συνάδελφοι, έμοιαζε ασταμάτητη. Μένοντας σε ένα πολυτελές διαμέρισμα στο Μανχάταν, η νεαρή δημοσιογράφος πέρναγε τον ελεύθερο χρόνο της κάνοντας γιόγκα, αλλά και απολαμβάνοντας βόλτες με τον σκύλο και τον σύντροφό της, ο οποίος είναι διάσημος τραγουδιστής ροκ συγκροτήματος.
Κατά τη διάρκεια ενός ειδυλλιακού απογεύματος όπου χαλάρωνε στον καναπέ του σπιτιού της αναμένοντας με ανυπομονησία την κυκλοφορία του νέου της βιβλίου, αναλογίστηκε όλα αυτά που είχε κατακτήσει σε τόσο νεαρή ηλικία. Η εκπομπή της έσκιζε σε νούμερα και ο εκδότης της εμφανιζόταν σίγουρος για την εμπορική επιτυχία του αυτοβιογραφικού βιβλίου, που ουσιαστικά αποτελούσε τον αντίλογο στις φεμινίστριες και στον φεμινισμό. Η θέση που εξέφραζε σε αυτό είναι ότι από τότε που οι γυναίκες διεκδίκησαν και απέκτησαν δικαιώματα είναι πιο δυστυχισμένες από πριν. Το σύννεφο ευτυχίας διέλυσε το μήνυμα που έλαβε από τη διευθύνουσα σύμβουλο του καναλιού Νταϊάν Μπράντι, η οποία την ενημέρωνε ότι δεν είναι πια ευπρόσδεκτη, ότι ακυρώνεται η εκπομπή της, αλλά να μην ανησυχεί γιατί θα συνεχίσει να πληρώνεται κανονικά!
Μικροκαμωμένη και με μεσογειακή ομορφιά, κάτι που προκαλούσε τα πειράγματα των συμμαθητών της στο σχολείο, η Τάνταρος με σκληρή δουλειά κατάφερε να γίνει ένα από τα ανερχόμενα αστέρια του καναλιού
Οταν ζήτησε εξηγήσεις, το νομικό τμήμα του FOX είπε ότι παραβίασε τους όρους του συμβολαίου της, οργανώνοντας την προώθηση του βιβλίου της χωρίς να ενημερώσει το τηλεοπτικό δίκτυο. Η ίδια γνώριζε ότι πρωτοκλασάτα στελέχη του καναλιού είχαν εκφράσει τις ενστάσεις τους σε σχέση με το βιβλίο και το εξώφυλλό του. Καθώς όμως καθόταν στο σαλόνι της, υπό την επήρεια ακόμα του σοκ, συνειδητοποίησε ότι η τιμωρία αυτή δεν είχε καμία σχέση με το βιβλίο. Αντιθέτως, ήταν αντίποινα για την απόφασή της να προχωρήσει σε επίσημες καταγγελίες για σημαίνοντα πρόσωπα του καναλιού.
Εναν χρόνο νωρίτερα και ενώ ανέβαινε με ταχύ ρυθμό τα σκαλιά του FOX, είχε κατηγορήσει ανοιχτά τον συνάδελφό της και πρωταγωνιστή του νυχτερινού δελτίου Ροτζ Εϊλς για σεξουαλική παρενόχληση. Επιπλέον, δύο μήνες προτού λάβει το γράμμα απόλυσής της είχε εμπλέξει και άλλους συνάδελφους της στις καταγγελίες της. Μέσα στο μιντιακό χάος της Νέας Υόρκης, η ιστορία της σήμερα αποτελεί ένα από τα πιο καυτά στόρι. Η δημοσιογράφος αντέδρασε στην απόλυσή της απαιτώντας ως αποζημίωση το ιλιγγιώδες ποσό των 50 εκατ. δολαρίων. Στη δικογραφία καταγγέλλει δεκάδες μεγαλοστελέχη του καναλιού παρομοιάζοντάς το με την περίφημη βίλα του «Playboy» και αυτούς ως «εκφοβιστικές τσατσάδες». Είναι η πρώτη φορά που ένας δημοσιογράφος εξαπολύει τόσο δριμεία επίθεση στο ίδιο του το Μέσο, βγάζοντας όλα τα άπλυτά του στη φόρα.
«Ενώ υποτίθεται ότι το κανάλι προωθεί παραδοσιακές οικογενειακές αξίες, στην πραγματικότητα πρόκειται για μία αίρεση που λειτουργεί με σεξ, εκφοβισμό και μισογυνισμό», γράφει στη δικογραφία. Εκεί περιγράφονται ονομαστικά και άλλες νεαρές δημοσιογράφοι που είχαν κάνει στο παρελθόν παρόμοιες καταγγελίες, οι οποίες όμως δεν έφτασαν ποτέ στις δικαστικές αίθουσες. Αρκετές από αυτές μάλιστα είχαν ενδώσει και είχαν δεχτεί στελέχη του δικτύου να βιντεοσκοπήσουν τις προσωπικές στιγμές μαζί τους μόνο και μόνο για να τις εκβιάσουν και να τις εμποδίσουν να προβούν σε δημόσιες καταγγελίες.
Η Ταντάρος υποστηρίζει ότι δεν ενέδωσε ποτέ, αλλά δεν σταμάτησε να αντιμετωπίζει μία καθημερινή κόλαση στο εργασιακό της περιβάλλον. Εντύπωση της έκανε η μηνιαία ιεροτελεστία του καναλιού, όπου για τις γυναίκες παρουσιάστριες οι στυλίστριες έφερναν επώνυμα φορέματα, τα οποία εκείνες μπορούσαν να δανειστούν για τις εμφανίσεις τους. Χωρίς να τους παρέχεται ειδικός χώρος, οι γυναίκες έπρεπε να μείνουν με τα εσώρουχα σε ένα δωμάτιο με γυάλινες πόρτες για παραπάνω από μία ώρα τελείως εκτεθειμένες στα μάτια των ανδρών συναδέλφων τους, οι οποίοι σχολίαζαν επιδεικτικά τα σώματα και τα εσώρουχά τους.
Σε ένα ραντεβού με τον διευθυντή του καναλιού τον Αύγουστο του 2014 η Αντρεα ένιωσε ιδιαίτερα άβολα. Ο κατά πολύ μεγαλύτερός της διευθυντής τής έκανε προσωπικές ερωτήσεις, περίεργα κομπλιμέντα και στο τέλος της ζήτησε να σηκωθεί και να περπατήσει έτσι ώστε να μπορέσει να παρατηρήσει καλύτερα το σώμα της, αλλά και το αν το στήθος της «χοροπηδάει». Λίγους μήνες αργότερα την κάλεσε ξανά στο γραφείο του και εκείνη τη φορά προσπάθησε να την αγκαλιάσει. Οταν κατόπιν δικής της απαίτησης έκλεισε ραντεβού με το νομικό τμήμα για να τους εκφράσει την ανησυχία και τα παράπονά της, εκείνοι αδιαφόρησαν και λίγο μετά συνειδητοποίησε ότι όχι μόνο δεν θα την προστάτευε κανείς, αλλά ότι ήταν απόλυτα μόνη. Για την ακρίβεια, βρισκόταν σε ένα καθεστώς εξοστρακισμού, με τον τηλεοπτικό της χρόνο να μειώνεται αισθητά.
Οταν σπανίως πια την καλούσαν να συμμετάσχει σε εκπομπές, σχολιάζοντας έκτακτα πολιτικά γεγονότα, της έκαναν δεκάδες παρατηρήσεις για το ντύσιμό της, προτρέποντάς την να βάζει όλο και πιο κοντά φορέματα, με όλο και μεγαλύτερο μπούστο. Μία ημέρα συνάντησε τον διευθυντή Προγράμματος στον διάδρομο και αντί να τη χαιρετήσει της φώναξε ενώπιον άλλων συναδέλφων της: «Πρέπει να φοράς πιο στενά φορέματα, αλλιώς κανείς δεν θα σε προσέξει. Δεν είσαι δα και τόσο σπουδαία δημοσιογράφος».
Η ίδια ονειρευόταν τον τίτλο αυτό από τότε που μπορούσε να θυμηθεί τον εαυτό της. Οι γονείς της Κωνσταντίνος και Μπάρμπαρα με καταγωγή από την Πάλαιρο της Αιτωλοακαρνανίας θυμόντουσαν, επίσης, το μια σταλιά κοριτσάκι τους να εκφράζει τις χιλιάδες απορίες του και να απαιτεί με ατέρμονη επιμονή απαντήσεις από αυτούς και τα μεγαλύτερα αδέλφια της. «Ρωτούσε διαρκώς τους πάντες για τα πάντα», έχει πει η μητέρα της. Εξελίχθηκε σε άριστη μαθήτρια με ιδιαίτερο ταλέντο στη γραφή. Την ίδια περίοδο, η νεαρή Αντρεα, όπως την αποκαλούσαν πια όλοι, ανακοίνωσε στους γονείς της ότι όχι μόνο θα γίνει δημοσιογράφος, αλλά θα γίνει και η πιο διάσημη δημοσιογράφος. «Καλά» της απάντησε συγκαταβατικά ο πατέρας της, προτρέποντάς την να ξαναγυρίσει στο ελληνικό εστιατόριο της οικογένειας, στο οποίο εργαζόταν για να κερδίζει το χαρτζιλίκι της. Η φιλοδοξία της νεαρής όμως δεν αμβλύνθηκε στο ελάχιστο με το πέρασμα του χρόνου. Τουναντίον!
Οταν το συντηρητικό ειδησεογραφικό τηλεοπτικό δίκτυο FOX έκανε την παρθενική του εμφάνιση το 1996 στην Αμερική είχε ήδη βρει το ιδανικό τηλεοπτικό της σπίτι. Η ίδια έμοιαζε να ταιριάζει γάντι στο concept του Ρούπερτ Μέρντοχ. Αυτός πίστευε ακράδαντα ότι η αμεροληψία, η ουδετερότητα και η απλή καταγραφή δεν αποτελούν πλέον τον επιθυμητό τρόπο κάλυψης των γεγονότων. Αυτό που κατά τη γνώμη του ζητούσε το κοινό ήταν δημοσιογραφία με άποψη. Και η Αντρεα είχε μπόλικη από δαύτη - από την εποχή ακόμα όπου σπούδαζε δημοσιογραφία στο πανεπιστήμιο Lehigh.
Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και μετά την αποφοίτησή της έπρεπε να περιμένει αρκετά χρόνια για να υπογράψει το πρώτο της συμβόλαιο με το FOX. Εργάστηκε στο κομμάτι της επικοινωνίας σε διάφορες προεκλογικές εκστρατείες. Τότε ήταν που έκανε το πρώτο ραντεβού της με παραγωγούς του FOX, οι οποίοι της είπαν ορθά κοφτά ότι δεν κάνει για τηλεόραση. Παρά την απογοήτευση της, το 2007 και ενώ είχε αποκτήσει τη δική της στήλη στην εφημερίδα «New York Post», άρχισε να κάνει δειλά-δειλά τις πρώτες εμφανίσεις της στον αέρα του FOX ως σχολιάστρια.
Η ίδια έχει εξομολογηθεί σε συνέντευξή της ότι δεν θα τα είχε καταφέρει αν δεν είχε προηγηθεί ο θάνατος του πατέρα της το 2009. «Ηταν μετανάστης από την Ελλάδα που εργαζόταν καθημερινά από τις έξι το πρωί μέχρι πολύ αργά το βράδυ στο ντάινερ “Pied Piper Diner”. Οταν πέθανε δεν έκατσα σπίτι να κλάψω, αλλά έκανα αυτό που θα ήθελε εκείνος: δούλευα 20 ώρες την ημέρα. Δεν άργησαν να με προσέξουν». Η μεγάλη ευκαιρία ήρθε με την εκπομπή «Five», στην οποία ήταν συμπαρουσιάστρια. Εκεί η Αντρεα έκανε ό,τι ήξερε καλύτερα. Οι συντηρητικές αντιφεμινιστικές κορόνες της και η προσέγγιση της πολιτικής με όρους ποδοσφαιρικού φανατισμού σε συνδυασμό με τα ψηλοτάκουνά της λειτούργησαν όπως ακριβώς είχε προβλέψει ο Μέρντοχ. Εκτίναξαν την τηλεθέαση στα ύψη, μαζί και την προσωπική φήμη της.
Μπορεί η Αντρεα να απέχει εδώ και καιρό από τα τηλεοπτικά πράγματα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έχει ηττηθεί. Ο δικηγόρος της ανακοίνωσε ότι το FOX της πρότεινε εξωδικαστικό συμβιβασμό για ένα επταψήφιο ποσό. Εκείνη, όμως, αρνήθηκε. «Αντιδρώ στην αδικία όλη μου τη ζωή. Δεν πρόκειται να εξαφανιστώ, όπως εκείνοι επιθυμούν. Είναι στη μέση και το ελληνικό γινάτι μου βλέπετε».
Από μικρή κέρδιζε το χαρτζιλίκι της δουλεύοντας στο ελληνικό εστιατόριο της οικογένειας. Το όνειρό της, όμως, πάντα ήταν να γίνει δημοσιογράφος