Τη δημιουργία ευρωπαϊκού στρατού και τη φύλαξη των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, με σκοπό να επιμείνει στις πάγιες γερμανικές θέσεις για την αυστηρή τήρηση των κανόνων στην Ευρωζώνη επέλεξε η Καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ από το βήμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Μιλώντας στην Ολομέλεια του Σώματος στο Στρασβούργο η Καγκελάριος Μέρκελ, απευθυνόμενη προς όλες σχεδόν τις πλευρές, πρότεινε τη δημιουργία ενός «πραγματικού ευρωπαϊκού στρατού», ζήτησε μια κοινή ευρωπαϊκή προσέγγιση στο μεταναστευτικό και προσφυγικό πρόβλημα, δηλώνοντας ότι ακόμα και η ίδια άργησε να κατανοήσει τη σοβαρότητα του ζητήματος πριν το 2015 και επανέλαβε ότι η τήρηση των δημοσιονομικών και οικονομικών κανόνων που προβλέπονται από τις Συνθήκες τις ΕΕ και το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης είναι αδιαπραγμάτευτες. Παράλληλα η Καγκελάριος Μέρκελ απέφυγε επιμελώς να αναφερθεί σε μια πιθανή μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης.
Ευρωπαϊκός Στρατός
Η Άνγκελα Μέρκελ ζητώντας τη δημιουργία ενός “πραγματικού” ευρωπαϊκού στρατού και ενός ευρωπαϊκού συμβουλίου ασφαλείας, απάντησε θετικά στην έκκληση του προέδρου της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν παίρνοντας επίσημη θέση στο πλευρό του στην πρωτοφανή δημόσια επίθεση που εξαπέλυσε ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ στον Γάλλο ομόλογό του για τη δημιουργία ευρωπαϊκού στρατού. Ωστόσο η Άνγκελα Μέρκελ ξεκαθάρισε ότι ο ευρωπαϊκός στρατός δεν πρόκειται να υποκαταστήσει το ΝΑΤΟ, αλλά αντίθετα “θα δείξει σε ολόκληρο τον κόσμό ότι δεν πρόκειται να υπάρξει ξανά πόλεμος ανάμεσα στα ευρωπαϊκά κράτη”.
Προσφυγική και μεταναστευτική κρίση
Κλείνοντας το μάτι προς πολλές κατευθύνσεις η Άνγκελα Μέρκελ αναφέρθηκε στην ανάγκη προστασίας των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ και στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας. Το mea culpa της Καγκελαρίου αναφορικά με την αδυναμία κατανόησης του μεγέθους του προβλήματος πριν το 2015 αποτελεί μια προσπάθεια της ίδιας να συγκεράσει τις πολλές και ποικίλλες φωνές εντός τυο Ευρωπαϊκού Λαικού Κόμματος για τον τρόπο αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών.
“Η ομιλία της Άνγκελα Μέρκελ, ήταν μια ομιλία καθαρά γερμανική. Προσπαθεί να απευθυνθεί σε όλες τις διαφορετικές φωνές του ΕΛΚ, μιας πολιτικής ομάδας που περιλαμβάνει τον Βίκτορ Όρμπαν της Ουγγαρίας και τον Ζεμπάστιαν Κουρτς από την Αυστρία, αλλά και τον υποψήφιο πρόεδρο της Κομισιόν τον Βαυαρό χριστιανοκοινωνιστή Μάνφρεντ Βέμπερ. Πρόκειται για μια ομιλία για μια πολιτική ομάδα που δεν ξέρει πού θέλει να πάει. Παράλληλα απάντησε θετικά σε κάποιες εκκλήσεις του Εμανουέλ Μακρόν το κόμμα όμως του οποίου δεν πρόκειται να συμμαχήσει με το ΕΛΚ στις επόμενες ευρωεκλογές”, δήλωσε ο ανώτατος Ευρωπαίος διπλωμάτης.
Τήρηση των κανόνων στην Ευρωζώνη και αλληλεγγύη
Η Καγκελάριος Μέρκελ επανέλαβε την πάγια θέση του Βερολίνου ότι η τήρηση των κανόνων που διέπουν την Ευρωζώνη είναι όρος εκ των ων ουκ άνευ , απευθυνόμενη κυρίως στην νέα κυβέρνηση της Ιταλίας και απαντώντας εμμέσως και σε κατηγορίες μερίδας ευρωβουλευτών για την στάση της στην ελληνική Κρίση.
“Όποιος αυξάνει το δημόσιο χρέος δημιουργεί προβλήματα σε όλους τους άλλους, γιατί η Νομισματική Ένωση έχει συγκεκριμένους κανόνες λειτουργίας. Το Ευρώ μπορεί να έχει αποτέλεσμα μόνο εάν όλοι ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τις συνθήκες» δήλωσε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας ότι για να δοθεί δημόσιο χρήμα για κοινωνικούς σκοπούς θα πρέπει πρώτα να έχει παραχθεί πλούτος.
“Στη διάρκεια της οικονομικής Κρίσης κατασκευάστηκαν μηχανισμοί διάσωσης για τα χρεωμένα κράτη. Δείξαμε ότι δεν ήταν μόνα τους σε δύσκολους και χαλεπούς καιρούς, Όμως οι μεμονωμένες αποφάσεις έχουν επιπτώσεις στο σύνολο. Η αλληλεγγύη συμβαδίζει με την ευθύνη”.
Καμία κουβέντα για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης
Το μεγαλύτερο παράδοξο της ομιλίας της Άνγκελα Μέρκελ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ήταν ότι το σημαντικότερο μέρος της ήταν αυτά για τα οποία δεν είπε ούτε λέξη. Ήτοι για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης. Η μετατροπή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης σε “Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο”, η πιθανότητα να υπάρξει ένας υπουργός Οικονομικών της Ευρωζωνης και ένας κοινός προϋπολογισμός δεν αποτέλεσαν μέρος της ομιλίας της. Η Άνγκελα Μέρκελ επανέλαβε ότι η ευθύνη για υγιείς προϋπολογισμούς των κρατών – μελών βαρύνουν πρωτίστως τις εθνικές κυβερνήσεις.