Oι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους Συντηρητικούς της Τερέζα Μέι και στο βορειοϊρλανδικό DUP της Αρλίν Φόστερ παραμένουν άκαρπες…
Σε μια προσπάθεια να αποσπάσουν τις μέγιστες δυνατές παραχωρήσεις, στελέχη του DUP διέρρεαν χθες ότι οι διαπραγματεύσεις «δεν πηγαίνουν όπως επιθυμούσαμε» και ότι οι Συντηρητικοί «δεν πρέπει να θεωρούν το DUP δεδομένο». Αν δεν υπάρξει συμφωνία για κοινοβουλευτική στήριξη των Συντηρητικών, το DUP θεωρείται πιθανό ότι θα απέχει από τη Βουλή, δυσκολεύοντας το νομοθετικό έργο. Και σε αυτή την περίπτωση οι Συντηρητικοί θα μπορούσαν να σχηματίσουν κυβέρνηση μειοψηφίας, η οποία όμως θα είναι ακόμη πιο ετοιμόρροπη από την ήδη ασταθή σχεδιαζόμενη κυβέρνηση με την ανοχή του DUP.
Το δίλημμα για το υπερσυντηρητικό βορειοϊρλανδικό κόμμα είναι ότι αν τραβήξει πολύ το σχοινί και απειλήσει να καταψηφίσει την κυβέρνηση Μέι, θα είναι σαν να ανοίγει την πόρτα στην πολιτική δύναμη που απεχθάνεται, τους Εργατικούς του Τζέρεμι Κόρμπιν.
Από την άλλη πλευρά, οι έντονες αντιρρήσεις που έχουν εγείρει εις βάρος του DUP βουλευτές των Συντηρητικών για τη σκοταδιστική του στάση απέναντι στις αμβλώσεις, στη θεωρία της εξέλιξης και στα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων θεωρούνται προσβλητικές από την ηγεσία του. «Πρέπει να σταματήσουν να παραπονιούνται και να μας δείξουν λίγο σεβασμό», απαίτησε πηγή του DUP που μίλησε στον Guardian.
Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης, το επιτελείο του Εργατικού Κόμματος κινείται με βάση την εκτίμηση ότι η παρούσα Βουλή θα είναι βραχύβια και ο Τζέρεμι Κόρμπιν σχεδιάζει περιοδεία σε όλες τις εκλογικές περιφέρειες, στις οποίες η επικράτηση των Συντηρητικών ήταν οριακή. Η τραγωδία στις εργατικές κατοικίες του Πύργου Γκρένφελ, με τους 79 νεκρούς, αναδεικνύει πολιτικά ζητήματα για τα οποία μιλάει εδώ και χρόνια ο Κόρμπιν, συγκεκριμένα τους κινδύνους της χαλάρωσης των κανονισμών ασφαλείας (απορρύθμιση), της περικοπής των κονδυλίων για τη στεγαστική πολιτική (λιτότητα) και της ανάθεσης σε υπεργολάβους λειτουργιών του κράτους (ιδιωτικοποίηση).