Την πεποίθηση πως είναι πολύ πιθανό να μην υπάρξει επίλυση στο θέμα της ονομασίας των Σκοπίων, απλά γιατί οι Σκοπιανοί θα την αρνηθούν, εξέφρασε ο καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής του Πάντειου Πανεπιστημίου Άγγελος Συρίγος.
«Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε ενώπιον μιας διαπραγμάτευσης, που τώρα αρχίζει και στην οποία πιέσεις θα ασκηθούν και προς εμάς και προς τα Σκόπια», δήλωσε αρχικά πρόσθεσε:«Είναι προφανές ότι οι μεγάλες δυνάμεις -και κυρίως οι ΗΠΑ- που είναι από πίσω, δεν ενδιαφέρονται για το ποιος έχει δίκαιο και ποιος άδικο, ενδιαφέρονται κυρίως να κλείσει το θέμα και να ενταχθούν τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ.
Εκείνο, που εμείς καλούμαστε να αποδείξουμε, είναι ότι ορισμένες ονομασίες, τις οποίες χρησιμοποιούν τα Σκόπια ή θέλουν να χρησιμοποιήσουν, δημιουργούν προβλήματα αστάθειας στην ευρύτερη περιοχή».
Εκτίμησε, δε, πως «είναι πολύ πιθανόν να μην καταλήξουμε σε συμφωνία, διότι τα Σκόπια θα αρνηθούν τη συμφωνία και μετά θα περάσουμε στο "blame game", δηλαδή ποιος φταίει», επισημαίνοντας πως στο πλαίσιο αυτό «χρειάζεται εμείς να μη δείξουμε ότι είμαστε ακραίοι, αλλά ότι έχουμε τις θέσεις μας και παλεύουμε γι αυτές, γιατί ενδιαφερόμαστε για τη σταθερότητα στην περιοχή».
«Οι ευθέως αλυτρωτικές διατάξεις του Συντάγματος των Σκοπίων», συνέχισε ο καθηγητής, «έχουν απαλειφθεί από το 1995, με την ενδιάμεση συμφωνία, και εκείνο το οποίο απομένει μέσα είναι όλα αυτά που αναφέρονται περί "Μακεδονίας" και "Μακεδόνων", δηλαδή ότι το κράτος λέγεται "Δημοκρατία της Μακεδονίας" και φροντίζει για τους απανταχού "Μακεδόνες"».
«Αυτά είναι που πρέπει να αλλάξουν και εκεί χρειάζονται συγκεκριμένες πλειοψηφίες, για να μπορέσει να αλλάξει το Σύνταγμα» εξήγησε.
Σε ό,τι αφορά το χθεσινό συλλαλητήριο ο κ. Συρίγος εξέφρασε την άποψη πως ασχέτως του τι θα έλεγε η Εκκλησία ή τα κόμματα ο κόσμος θα πήγαινε, σημειώνοντας πως «το ότι δεν υπήρχε επίσημη οργάνωση, περνά ένα μήνυμα και προς τους ξένους, ότι δεν είναι απλά τα πράγματα, ότι είναι μία πολύ σοβαρή διαπραγμάτευση, όπου πρέπει να λάβουμε υπόψη και την κοινή γνώμη».
«Δεν θεωρώ ότι έπαιξε ιδιαίτερο ρόλο το γεγονός ότι η Εκκλησία ή τα κόμματα ακολούθησαν επαμφοτερίζουσα στάση», είπε.