Το μεσημέρι της 21ης Απριλίου του 1941 – μια μέρα μετά την συνθηκολόγηση των στρατηγών στην Ήπειρο και έξι μέρες πριν την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα –ορκίστηκε πρωθυπουργός της Ελλάδας ο Εμμανουήλ Τσουδερός. Ο προκάτοχος του Αλέξανδρος Κορυζής, είχε αυτοκτονήσει στις 18 Απριλίου.
Το διάγγελμα της 21ης Απριλίου
Μετά την ορκωμοσία του, ο Τσουδερός απηύθυνε από τον ραδιοφωνικό σταθμό των Αθηνών διάγγελμα. Η μεγάλη έκταση και η κακή αρχιτεκτονική του, έδειχναν ότι συντάχτηκε υπό την πίεση του χρόνου. Τρία σημεία του διαγγέλματος, που αποδίδουν το πολιτικό, το καθεστωτικό και το ιδεολογικό του στίγμα, επισημαίνονται στις δύο πρώτες παραγράφους του:
13 Απριλίου 1822: Ξεκινά το ολοκαύτωμα της Νάουσας
«Γενναίοι μαχηταί, Έλληνες πολίται,
Η Κυβέρνησις, της οποίας την προεδρίαν μοι ανέθηκε σήμερον η Α.Μ. ο Βασιλεύς, αναλαμβάνει αδιστάκτως την διακυβέρνησιν της χώρας. Στηριζόμενοι εις τον Βασιλέα και εις τον λαόν είμεθα βέβαιοι ότι θα εξυπηρετήσωμεν τα εθνικά συμφέροντα, αγωνιζόμενοι προς τούτο, μέχρι νικηφόρου τέλους, τον υπέρ όλων αγώνα δια την πατρίδα. Εις τούτο δεν μας ωθεί παρά μόνον η υπερτάτη αντίληψις του καθήκοντος, το οποίον γενεαί γενεών ηρώων μας εδίδαξαν.
Η συμβολίζουσα την εθνικήν ενότητα Κυβέρνησις, θεωρεί πρώτιστον καθήκον αυτής να στρέψει την προσοχήν προς τους ενδόξους νεκρούς του πολέμου και, γονυκλινής,να διατρανώσει την ευγνωμοσύνην του Έθνους προς αυτούς, οι οποίοι με το αγνόν αίμα των εξασφαλίζουν εις εκείνους που θα επιζήσουν έντιμον ελευθερίαν, διασώζουν την τιμήν της πατρίδος και καθιερώνουν περίλαμπρον παράδειγμα δια τους μέλλοντας να γεννηθούν, άξιον να το ακολουθεί κάθε λαός, ο οποίος δεν θέλει να γίνει δούλος, ούτε θέλει να κηλιδωθεί από τυράννους η Πατρίς, η Εκκλησία και η οικογένεια του»
Η διατύπωση: «αγωνιζόμενοι μέχρι νικηφόρου τέλους» και η διακήρυξη της εξακολούθησης του αγώνα αποτελούσε ρητή απόρριψη της συνθηκολόγησης των στρατηγών του αλβανικού μετώπου.
Η διατύπωση εξάλλου: «Η Κυβέρνησις, συμβολίζουσα την εθνικήν ενότητα…» και η διπλή αναφορά στο βασιλιά εντολέα και στο βασιλιά στήριγμα, ισοδυναμούσε με πολιτική πράξη αποδοχής του.
Σακελλαροπούλου για 21η Απριλίου: "Μια από τις πιο σκοτεινές περιόδους"
Ήδη ο Γεώργιος, με την επιλογή του Τσουδερού, είχε καταδείξει ότι οι επίγονοι του Ελευθερίου Βενιζέλου έπαυαν να είναι αποσυνάγωγοι. Ήταν η σειρά του Τσουδερού να ανταποδώσει.
Επτά χρόνια αργότερα και δεκαπέντε μήνες μετά τον θάνατο του Γεωργίου, ο Τσουδερός θα προσδώσει απροσδόκητη έννοια σ΄ εκείνη την πρωθυπουργία του, αφού θα γράψει στην εφημερίδα «Ελευθερία» ότι «η παρουσία μου εις την Κυβέρνησιν απετέλεσεν την πρώτην έμπρακτον βασιλικήν αποδοκιμασίαν της δικτατορίας».
Ας επιστρέψομε όμως στο διάγγελμα της 21ης Απριλίου 1941. Από τους παραλήπτες του απέκλειε τις γυναίκες. Από τα τεταρταυγουστιανά διατηρούσε, με ελαφρά αναδιατύπωση του, το τρίπτυχο Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια.
Το διάγγελμα, κατά το μέγιστο μέρος του, δεν υπερέβαινε, ούτε και ήταν δυνατόν να υπερβεί, τα καθιερωμένα και τα αναγκαία. Το συγκροτούσαν αναφορές στην ελληνική ιστορία, αποδόσεις τιμών στους νεκρούς του πολέμου, εκφράσεις θαυμασμού και ευγνωμοσύνης στους γενναίους μαχητές του Έθνους.
Το διάγγελμα ωστόσο, σε δύο σημεία του, αναφερόταν στις εθνικές διεκδικήσεις χωρίς όμως και να τις προσδιορίζει. Ήταν η μεγαλόστομη διαβεβαίωση «ότι η δόξα μάς αναμένει δια να στέψη με την αμάραντο δάφνην την Νέαν Μεγάλην Ελλάδα» και μια παράγραφος που προσέθετε στον επιβληθέντα στη χώρα αμυντικό πόλεμο και τη διάσταση του απελευθερωτικού αγώνα για τον αλύτρωτο ελληνισμό:
«Η Ελλάς δεν ηθέλησεν, ούτε επεδίωξε τον πόλεμον (…) και υποχρεωθείσα να πολεμήσει αμύνεται και μάχεται (…) αλλά και άπαξ εμπλακείσα εις τον πόλεμον (…) αγωνίζεται και δια την απελευθέρωσιν των υποδούλων εκείνων τέκνων της, τα οποία επί δεκάδας ετών έμειναν υπό σκληρόν ζυγόν…».
Η πολιορκία και η παράδοση των Καλαβρύτων
Το διάγγελμα περιείχε ιδιαίτερες αναφορές στον δεδομένο αλλά και στον επιθυμητό σύμμαχο της Ελλάδας, που αναφέρονταν ονομαστικά, ενώ στη μοναδική μνεία του εχθρού χρησιμοποιούσε τον όρο Ναζισμός:
«Η Ελλάς θα παραμείνει πιστή εις τας φιλίας της και τας συμφωνίας της και είναι ευγνώμων προς τον μεγάλον και ευγενή Βρεταννικόν λαόν, ο οποίος προσφέρει με υπεράνθρωπον αυτοθυσίαν δια του αγώνος, που συνεχίζει με καρτερίαν κατά της βίας του Ναζισμού, την υψίστην υπηρεσίαν εξ όσων ποτέ προσέφερεν εις την ανθρωπότητα και ο οποίος λαός, όπως και άλλοτε, ήλθεν εδώ εις τον τόπον μας εξ ιδίας του πρωτοβουλίας και θελήσεως δια να συμπολεμήση υπέρ του δικαίου μας και της ελευθερίας μας.
»Όπισθεν αυτής και ημών, έχομεν βοηθόν μας και αρωγόν μας τας Ηνωμένας Πολιτείας της Αμερικής, από την άσβεστον δάδα της Ελευθερίας της οποίας μεταλαμπαδεύεται σταθερά το φως και η δύναμις δια κάθε ευγενή αγώνα(…)».
Μετά το διάγγελμα
Πριν συμπληρωθούν 48 ώρες από την ορκωμοσία και το διάγγελμα, ένα βρετανικό υδροπλάνο, που πέταξε, νωρίς το πρωί της 23ης Απριλίου, από τον Σκαραμαγκά και προσθαλασσώθηκε στη Σούδα, έφερε στην Κρήτη τον νέο πρωθυπουργό Τσουδερό, μαζί με τον βασιλιά Γεώργιο και τον Βρετανό πρεσβευτή Πάλαιρετ.
Βασιλιάς και Τσουδερός, είκοσι επτά μέρες αργότερα – την πρώτη ώρα, της πρώτης μέρας της γερμανικής εισβολής – θα αρχίσουν την επίπονη και περιπετειώδη πεζοπορία τους, από τα βόρια στα νότια του νομού Χανίων. Από το χωριό Περιβόλια του κάμπου των Χανίων, μέχρι την Αγία Ρουμέλη των Σφακίων. Εκεί θα συναντήσουν τον Πάλαιρετ και στις 2 το πρωί της 23ης Μαΐου, με ένα βρετανικό πολεμικό, θα φύγουν για την Αίγυπτο.